Το σουσάμι (Sesamun indicum) καλλιεργείται από την αρχαιότητα για τα εδώδιμα ελαιούχα σπέρματα του.
Το σουσάμι χρησιμοποιείται ως τροφή, ως αρωματικός παράγοντας και κυρίως για την παραλαβή του ελαίου του, του σησαμελαίου, το οποίο έχει ιδανική σύνθεση (40% ελαϊκό οξύ, 45% λινολεϊκό οξύ).
Όμως είναι πλούσιο σε πρωτεΐνες, σε βιταμίνες και ανόργανα συστατικά και προσφέρει πολλά οφέλη για την υγεία μας.
Το μαύρο σουσάμι περιέχει περίπου 60% περισσότερο ασβέστιο από το λευκό σουσάμι.
Έχει γεύση γήινη και συγχρόνως λίγο καπνιστή, με μια ελαφριά πικρίλα και άρωμα από φράουλα!
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να το συγχέουμε με σκουρόχρωμες ποικιλίες του κοινού σουσαμιού ή με ψημένο (καβουρντισμένο) σουσάμι που επίσης έχει σκούρο χρώμα.
Στην πραγματικότητα, το μαύρο σουσάμι είναι σπόρος που προέρχεται από το φυτό Nigella Sativa της νοτιοδυτικής Ασίας.
Η ύπαρξη του ήταν γνωστή στους αρχαίους Αιγύπτιους, στους Εβραίους που το χρησιμοποιούσαν για να γιατρεύουν πολλές παθήσεις όπως και στους Άραβες που το ονόμαζαν "habbatul barakah" δηλαδή ευλογημένο σπόρο.
Το μαύρο σουσάμι θα μπορούσε με τους κατάλληλους συνδυασμούς τροφίμων να αποτελέσει τρόφιμο επιλογής για όσους αποφεύγουν την κατανάλωση κρεατικών και για όσους βρίσκονται σε περίοδο παρατεταμένης νηστείας καθώς είναι πλούσιο σε βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία.
Το μαύρο σουσάμι χρησιμοποιείται κυρίως στην Ιαπωνική και Κινέζικη κουζίνα ως γαρνιτούρα σε φαγητά ή γλυκίσματα, αλλά ακόμη και σε διάφορα Κωνσταντινουπολίτικα αρτοσκευάσματα (τσουρέκια, μπατόν σαλέ, μπισκότα κτλ).
Προσθέστε το σε σαλάτες, ψωμιά, φαγητά φούρνου. Δοκιμάστε το επίσης πάνω σε παγωτά, σοκολάτα και σε γλυκά με σοκολάτα (εκλέρ, κωκ, τρούφες κτλ).
Διατροφική ανάλυση ανά 100 γραμμάρια: Ενέργεια 571 kcal, Υδατάνθρακες 5,5%, Πρωτεΐνες 23,6%, Λιπαρά 50,7%.
Βιολογικό προϊόν Βολιβίας.